Η Συγκοινωνιακή Μελέτη
Αρκετές φορές στο παρελθόν, αλλά και στην τελευταία συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου, με ευκαιρία την παρέμβαση συμβούλου για τους φωτεινούς σηματοδότες, ο δήμαρχος επεσήμανε την ανάγκη μιας νέας συγκοινωνιακής μελέτης. Δεσμεύτηκε μάλιστα – αν δεν λαθεύω – να την εφαρμόσει κατά γράμμα. Κανείς νομίζω δεν θα διαφωνήσει για την ανάγκη μιας συγκοινωνιακής μελέτης.
Αλλά υπάρχουν ορισμένα θέματα που πρέπει να προσέξουμε. Το πιο σημαντικό κατά τη γνώμη μου είναι το τι επιθυμεί η μελέτη να εξυπηρετήσει. Κι αυτό πρέπει να το γνωρίζουμε ΠΡΙΝ ξεκινήσει η μελέτη. Εξηγούμαι: είναι συνήθης πρακτική να επιχειρείται η διευκόλυνση των συνηθειών των πολιτών. Έτσι, μια τέτοια μελέτη ξεκινά μετρώντας με διάφορες μεθοδολογίες τον κυκλοφοριακό φόρτο σε κομβικά σημεία και επιπλέον καταγράφοντας με ερωτηματολόγια το πώς συμπεριφέρονται κυκλοφοριακά οι πολίτες. Αφού λοιπόν καταγραφούν οι συνήθειες των πολιτών (στη χώρα μας έγιναν και μελέτες που παρέλειψαν το στάδιο των ερωτηματολογίων!), καταστρώνεται η μελέτη για να τις διευκολύνει.
Αυτό για την περίπτωσή μας είναι λάθος. Οι κορίνθιοι έχουν κακές κυκλοφοριακές συνήθειες και η μελέτη οφείλει όχι να τις διευκολύνει αλλά να τις καταστείλει με στόχο μια όμορφη, ήσυχη και πολιτισμένη πόλη και όχι μια πόλη που θα διευκολύνει τα αυτοκίνητα αλλά όχι τους πολίτες (έστω τους μη οδηγούς).
Δεν μπορώ ακόμα να ξεχάσω τις απαράδεκτες απόψεις επί του θέματος από τον προηγούμενο δήμαρχο κο Θωμαΐδη, που μείωσε – άκουσον-άκουσον – το εύρος του διαζώματος της Εθνικής Αντιστάσεως για να διευκολύνει το διπλοπαρκάρισμα! Δεν ήταν αυτό το μόνο του έγκλημα, αλλά όπως και νά’χει, δεν είναι τώρα αυτός το θέμα. Τώρα το θέμα είναι να προχωρήσει η πόλη στην ορθή κατεύθυνση.
Μια συγκοινωνιακή μελέτη μπορεί να είναι η ευκαιρία μας, μπορεί και η καταδίκη μας. Γι αυτό εγώ δεν θα έλεγα ότι πρέπει να εφαρμοστεί κατά γράμμα, εκ των προτέρων. Πρέπει να ανατεθεί σε μεγάλο και έμπειρο μελετητικό γραφείο που θα επιλεγεί από διαπαραταξιακή επιτροπή. Αν μάλιστα οριστεί ως σύμβουλος και κάποιο μεγάλο γραφείο από το εξωτερικό, ακόμα καλύτερα. Στο μελετητικό γραφείο πρέπει να παραδοθούν επίκαιρα δημογραφικά και πολεοδομικά δεδομένα καθώς και όποιες διευκολύνσεις ζητηθούν. Αλλά να τους καταστούν σαφείς και οι απαιτήσεις μας. Για την επιλογή του δείγματος των πολιτών που θα συμπληρώσουν ερωτηματολόγια, θα πρέπει να τηρηθούν όλοι οι κανόνες της στατιστικής μεθοδολογίας για δειγματοληψίες (εκτός αν θέλουμε να κάνουμε μελέτη ερήμην των πολιτών). Η μελέτη, το ξαναλέω, θα πρέπει να έχει σαν στόχο όχι πώς θα διαχειριστεί τον κυκλοφοριακό φόρτο αλλά πώς θα δημιουργήσει και θα εξασφαλίσει μια πόλη βιώσιμη και όμορφη. Έτσι, εκτός από τη διαχείριση του κυκλοφοριακού φόρτου, μπορεί και πρέπει να συμπεριλάβει και άλλα κεφάλαια. Πχ επιβάλλεται κατά τη γνώμη μου, να συμπεριλάβει την εκπόνηση σχεδίου για τις αστικές συγκοινωνίες και τα απορριμματοφόρα, ώστε να βρεθούν οι βέλτιστες διαδρομές και η βέλτιστη πυκνότητα των δρομολογίων.
Ακούω συχνά για διάφορα μέτρα, έχω προτείνει κι εγώ μερικά. Τίποτα από όλα αυτά δεν έχει την έννοια του θέσφατου. Αλλά και κανένας δεν μπορεί να με πείσει ότι μια μελέτη μπορεί να είναι σωστή εκ των προτέρων. Ειδικά όταν εμείς δεν έχουμε καταλήξει στο τι θέλουμε. Δεν μπορεί να μας πει κάποιος συγκοινωνιολόγος πώς θα ζήσουμε στην πόλη μας, εμείς θα του πούμε κι αυτός πρέπει να βρει τον τρόπο. Εις επίρρωσιν των λεγόμενων μου, παραθέτω ένα διάγραμμα ροής από αντίστοιχη μελέτη στην πόλη Kirkland των ΗΠΑ. Βλέπετε ότι όλα ξεκινούν από τα αιτήματα των πολιτών (Citizen Requests). Ας θέσουμε λοιπόν και ας διαφυλάξουμε τους όρους από τη δική μας πλευρά και τότε οι πιθανότητες μιας καλής μελέτης αυξάνουν (γιατί, ας μη ξεχνάμε, πρόκειται περί ανάθεσης και όχι διαγωνισμού και άρα πρέπει να έχουμε τα μάτια μας τέσσερα).