Πολιτική και Ποίηση
Στις 17 Απριλίου 2008, έφυγε από τη ζωή ο Aime Cesaire, μια άκρως ενδιαφέρουσα προσωπικότητα του 20ου αιώνα. Γεννημένος στη Martinique της Γαλλικής Καραϊβικής το 1913, σπούδασε στη Γαλλία και ανέπτυξε μια πολυσχιδή ταυτότητα που συμπεριελάμβανε τους ρόλους του σουρρεαλιστή ποιητή, του κοινωνικού αγωνιστή ενάντια στην αποικιοκρατία, του διανοούμενου μαρξιστή και του πολιτικού δραματουργού. Με το έργο του συνέβαλλε αποφασιστικά σε δύο κυρίως πράγματα. Αφενός στην ερμηνεία της ταυτότητας των μαύρων (negritude), μέσω του περιοδικού ‘Ο Μαύρος Σπουδαστής’ (L’ etudiant noir) που εξέδωσε μαζί με τους Senghor και Damas και της λυρικής ποιητικής συλλογής με τίτλο ‘Τετράδιο για την Επιστροφή στη Γενέθλια Γη’ (Cahier d’ un Retour au Pays Natal). Το τελευταίο μάλιστα χαρακτηρίστηκε από τον Andre Breton ως το μεγαλύτερο λυρικό μνημείο των καιρών μας, από έναν άνθρωπο πρότυπο αξιοπρέπειας. Αφετέρου, το έργο του, και κυρίως η μελέτη του ‘Τομή στην Αποικιοκρατία’ (Discourse on Colonialism), συνέβαλλε στη συνειδητοποίηση ότι η αποικιοκρατία προσβάλλει αδιάκριτα όχι μόνο τους αποικιοκρατούμενους αλλά και τους αποικιοκράτες οι οποίοι απεκδύονται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια μέσω των βασανιστηρίων και της βίας.
Ο ίδιος έλεγε πως εκεί που σιωπά η επιστήμη, γεννιέται η ποίηση και χρησιμοποιώ εγώ σήμερα το παράδειγμά του για να αποδώσω το σεβασμό μου σε έναν άνθρωπο που επέκτεινε την επιστημονική γνώση και παρήγαγε ποιητικό έργο γιατί απλά δεν άντεχε να μη μιλά γι αυτά που τον πονούσαν. Ποιητής, επιστήμων και πολιτικός. Άνθρωπος της θεωρίας και της πράξης.
Ποιοί πιστεύουν ότι οι πολιτικοί έχουν να διδαχθούν από το παράδειγμά του; Ο Πλάτωνας, το κατέθεσε (δείτε αμέσως προηγούμενη ανάρτηση). Γι αυτό μπορώ σήμερα, χάρη στον Cesaire να πώ: ο απόγονος του Πλάτωνα είναι σήμερα μαύρος!
Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ του Αime Cesaire
δυστυχώς για τους αγγλομαθείς μόνο
Prophecy
There,
Where adventure keeps clear its eye
Where women are shining forth with language
Where death is beautiful in your hand as a bird
milky time
Where the subterranean passage through its own
genuflecting gathers a wealth of eyelids fiercer than caterpilars
Where for the wonder it’s all grist and fire to the nimble mill
Where the vigorous night is bloody killing a speed of pure plantings
Where bee-like stars string the sky of a hive glowing
more brightly than night
Where the sound of my heels fills up the space and
draws up the other way round the face of Time
Where the rainbow of my word is in charge to joining
Tomorrow to Hope, and the Infante to the Queen.
For having insulted my masters bitten the sultan’s soldiers
For having bemoaned my fate in wilderness
For having shouted calls at my guards
For having beseeched jackals and hyenas shepherds of caravans
I am watching at
smoke rushing ahead like a wild horse on the
foreground frings for one instant the lava
of its frail peacock’s trail then tearing
off its shirt on a sudden open its breast and
I look at it mimicing the british islands
islets jagged rocks melting together little
by little into the lucid sea of the air
where are prophetic bathing
my ghoul
my rebellion
my name.
Για την αντιγραφή
Intuition