MyStigma

Το Νέο ΕΣΥ

Στόχος της πολιτικής υγείας δεν είναι απλά να προβλέψει το μέλλον και κατά συνέπεια να προσαρμοσθεί σε αυτό. Η πρόβλεψη του μέλλοντος είναι σχετικά εύκολη υπόθεση. Αλλά αυτό δεν αρκεί. Αυτό που κάνει την διαφορά -και είναι και το ζητούμενο- είναι να διαμορφώσεις το μέλλον. Αυτός πρέπει να είναι ο τελικός στόχος. Ένα βασικό στοιχείο της προσπάθειας για την διαμόρφωση του μέλλοντος είναι η απόκτηση ιδεολογικής ηγεμονίας (πολιτικής). Η ιδεολογική ηγεμονία στηρίζεται σε στάνταρντς. Θέτει τα στάνταρντς (στόχοι, αντιλήψεις, τρόπος ανάλυσης). Τρία εισαγωγικά κρίσιμα σημεία:

1. Οι δαπάνες υγείας δεν θα πρέπει να θεωρούνται έξοδα αλλά επένδυση. Όσο περισσότερα επενδύουμε στην υγεία τόσο πιο πλούσιοι σαν κράτος γινόμαστε. Δυστυχώς όμως, όλες οι πολιτικές υγείας στοχεύουν στον περιορισμό του κόστους. Δεν στοχεύουν στην ανάπτυξη.

2. Τα ΕΣΥ, όπως και τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης δημιουργήθηκαν για να καλύψουν ανάγκες μιας άλλης κοινωνίας. Δεν σημαίνει ότι μπορούν να καλύψουν ικανοποιητικά τις ανάγκες της σημερινής κοινωνίας, πολύ δε περισσότερο της αυριανής. Οι καλές ιδέες δεν διαρκούν για πάντα.

3. Το θεωρητικό μοντέλο που χρησιμοποιείται σήμερα για να εξηγήσει την εξέλιξη των συστημάτων υγείας, αλλά και να προβλέψει τις μελλοντικές είναι ανεπαρκές. Χρειάζεται νέα θεωρητική προσέγγιση. Η θεωρία της πολυπλοκότητας και η network theory είναι ένα ισχυρό εργαλείο.

Τέσσερα είναι τα δομικά προβλήματα των συγχρόνων ΕΣΥ:

1. η οργανωτική δομή του ΕΣΥ: (η μεγαλύτερη αντίφαση)
* είναι προσανατολισμένη στην θεραπεία των οξέων παθήσεων και την αντιμετώπιση των επειγόντων περιστατικών
* δεν ενδιαφέρεται για την πρόληψη
* βασίζεται στην ατομική άσκηση της ιατρικής.

Αντίθετα οι σημερινές ανάγκες υγείας του πληθυσμού απαιτούν:

* την αντιμετώπιση των χρόνιων παθήσεων
* την αναγνώριση και εξάλειψη των παραγόντων κινδύνου που προκαλούν τις παθήσεις
* την συνεργασία και τον συντονισμό διαφορετικών ειδικοτήτων λειτουργών υγείας

Έχουμε αλλαγή στο νοσολογικό φάσμα. 50% του πληθυσμού πάσχει από μία χρόνια πάθηση. Το 40% από αυτούς πάσχουν από περισσότερες από μία πάθηση. Το 75% των πόρων υγείας ξοδεύονται για την αντιμετώπιση των 10-15 πιο κοινών χρόνιων παθήσεων. Το 2% των ασθενών με χρόνιες παθήσεις είναι υπεύθυνο για το 30% των μη προγραμματισμένων εισαγωγών και για το 80% των επισκέψεων στους Οικογενειακούς Γιατρούς. (UK BMJ 27-11-04 p.1251) Το 42% των ημερών νοσηλείας σε Αγγλικά νοσοκομεία οφείλεται στο 5% των ασθενών. Πολλές από τις χρόνιες παθήσεις μπορεί να προληφθούν ή να αντιμετωπισθούν οι επιπτώσεις τους αποτελεσματικά. Οι χρόνιες παθήσεις απαιτούν διαφορετική αντιμετώπιση από ομάδα ειδικών γιατρών, κοινωνικών λειτουργών και άλλων υπηρεσιών. Δεν μπορεί ένας γιατρός πολύ δε περισσότερο ο οικογενειακός γιατρός να αντιμετωπίσει ικανοποιητικά τους χρόνιους ασθενείς.

Τι προτείνουμε: νέο μοντέλο παροχής υπηρεσιών:

· Νέος ρόλος για τον οικογενειακό γιατρό (έμφαση στην πρόληψη, στην διάγνωση και στην παρακολούθηση αλλά όχι στην θεραπεία των χρονίων πασχόντων). Αν απελευθερωθούν από τις θεραπείες –που και δύσκολα μαθαίνονται και εξειδίκευση χρειάζονται- μοιραία θα στραφούν στην πρόληψη –που εύκολα μαθαίνεται κι εφαρμόζεται.

· Ίδρυση Ειδικών Κέντρων για την Αντιμετώπιση των (πιο συχνών) Χρονίων Παθήσεων. Τα Κέντρα θα στελεχώνονται από ομάδα ειδικών γιατρών, καθώς και από νοσηλευτικό προσωπικό, προσωπικό κοινωνικών υπηρεσιών που απαιτούνται για την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των χρόνιων παθήσεων.

· Έμφαση στην πρόληψη και την αντιμετώπιση των παραγόντων κινδύνου που προκαλούν τις αρρώστιες.

· Νέο μοντέλο οργάνωσης και διοίκησης του ΕΣΥ. Το ΕΣΥ γίνεται αυτοδιοικούμενος ανεξάρτητος οργανισμός με δική του ιεραρχία κι ηγετική ομάδα, υπό την εποπτεία του Υπουργείου Υγείας.

2. Η διάχυση της γνώσης: (η μεγαλύτερη αδυναμία του ΕΣΥ)

· Ποτέ στην ιστορία της Ιατρικής και της επιστήμης δεν παρήχθη τόσο πολύ μεγάλη ποσότητα γνώσης σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Η συσσώρευση γνώσης θα εξακολουθήσει να παράγεται με τρομακτικά γρήγορους ρυθμούς. Κανένας ιατρός σήμερα δεν είναι δυνατό να παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις της ειδικότητας του. 50% της γνώσης της ιατρικής αλλάζει κάθε 5 χρόνια. Επιπλέον το πρόβλημα με την Ιατρική δεν περιορίζεται στο ότι ο γιατρός πρέπει να μαθαίνει συνέχεια, αλλά στο ότι θα πρέπει να μάθει να ξεχνά πρακτικές που ακολουθεί, που σύμφωνα με τα νεώτερα δεδομένα αποδεικνύονται ότι προκαλούν κακό παρά καλό.

· Στο ΕΣΥ καταγράφεται απουσία ουσιαστικής προόδου στην διάχυση της κατάλληλης γνώσης και την εφαρμογή της στην κλινική πράξη.

· Η μη ικανοποιητική διάχυση της γνώσης συνδέεται άμεσα με ένα πρόβλημα υψίστης σημασίας: την ασφάλεια των ασθενών. Οι υπηρεσίες υγείας σήμερα βλάπτουν υπερβολικά συχνά.

· Υπάρχουν νησίδες στο ΕΣΥ που χρησιμοποιούν την σωστή γνώση. Δεν υπάρχει όμως διάχυση αυτής της γνώσης στον επιθυμητό βαθμό σε όλο το σύστημα. Η πλειοψηφία των ασθενών δεν ωφελείται όσο θά’πρεπε από τα επιτεύγματα της επιστήμης και της Ιατρικής.

Τι προτείνουμε:

* Εντατική εκμετάλλευση της ΙΤ για την διάχυση της γνώσης. Είναι εκπληκτικό το γεγονός το πόσο λίγο επηρέασε η πληροφορική την καθημερινή άσκηση της ιατρικής.
* Αναγνώριση και διασύνδεση των καλυτέρων μονάδων του ΕΣΥ με άλλες μονάδες του συστήματος με στόχο την διάχυση της γνώσης.
* Εξειδίκευση επιλεγμένων μονάδων του ΕΣΥ αναδεικνύοντας τις. Κέντρα Αναφοράς.
* Περιοδικός έλεγχος των γνώσεων των λειτουργών υγείας
* Κατευθυντήριες οδηγίες. Για κάθε πάθηση να εκπονηθούν οδηγίες αντιμετώπισης που να εφαρμόζονται από τους λειτουργούς υγείας.

3. Η στρεβλή βάση του ανταγωνισμού.

· Σε κάθε οικονομική δραστηριότητα ο υγιής ανταγωνισμός οδηγεί σε αύξηση της προστιθέμενης αξίας για τον καταναλωτή, βελτιώνει την ποιότητα και μειώνει το κόστος. Το ΕΣΥ είναι κλασική περίπτωση οικονομικής δραστηριότητας που δεν διέπεται από κανόνες ανταγωνισμού. Το κόστος παροχής των υπηρεσιών είναι υψηλό και αυξάνει δίχως παράλληλη βελτίωση της ποιότητας.

· Ο ανταγωνισμός στις υπηρεσίες υγείας συμβαίνει (αν συμβαίνει):

α) με λάθος κατανομή των πόρων: έμφαση στην χρηματοδότηση της απρόσωπης νοσοκομειακής –κι εξωνοσοκομειακής- κι όχι στις ατομικές υπηρεσίες πρόληψης, διάγνωσης και θεραπείας. Οι τεράστιες διαφορές όμως στο κόστος και στην ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών σημειώνονται στο προσωπικό επίπεδο αντιμετώπισης της κάθε αρρώστιας και πάθησης. Οι καλές και οι κακές μονάδες λαμβάνουν τα ίδια χρήματα. Δεν υπάρχει αξιοποίηση των καλών μονάδων, ώστε να δέχονται περισσότερα περιστατικά, ούτε πίεση στις άλλες ομοειδείς μονάδες να τους ξεπεράσουν. Το κόστος και η ποιότητα των υπηρεσιών θα βελτιωθεί όταν προληφθούν τα λάθη, ενισχυθεί η αποδοτικότητα και αξιοποιηθεί η εξειδίκευση.

β) με λάθος στόχο. Ο ανταγωνισμός σε λάθος επίπεδο επιδεινώνεται κι από την επιδίωξη επίτευξης λάθους στόχου: την μείωση του κόστους. Η κατάσταση χειροτερεύει ακόμη περισσότερο διότι δεν επιδιώκεται μείωση του συνολικού κόστους των υπηρεσιών υγείας, αλλά μείωση του κόστους που προέρχεται από επί μέρους -μη συντονισμένες- δραστηριότητες, όπως των φαρμακευτικών δαπανών, την καθήλωση των ήδη χαμηλών αμοιβών του προσωπικού και τον περιορισμό των επενδύσεων σε κρίσιμους τομείς. Η συγκράτηση του κόστους όμως που επιτυγχάνεται από τις παραπάνω πρωτοβουλίες είναι και αμφισβητούμενη και ίσως επιφέρει και τα αντίθετα αποτελέσματα. Ταυτόχρονα ουδεμία σοβαρή προσπάθεια παρατηρείται για περιορισμό της σπατάλης στο ΕΣΥ. Αντίθετα ο σωστός στόχος είναι η βελτίωση της αξίας (η ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών ανά ευρώ που ξοδεύεται). Όταν η πολιτική επικεντρώνεται στην συγκράτηση μόνο του κόστους τότε και οι χρηματοδότες (Ασφαλιστικά Ταμεία- Δημόσιο) και το ΕΣΥ, αλλά ακόμη κι οι λειτουργοί υγείας δίδουν λιγότερη προσοχή στην επίτευξη καλυτέρων αποτελεσμάτων και στην βελτίωση της αξίας των παρεχομένων υπηρεσιών.

γ) με λάθος τρόπο: αντί να επιδιώκεται βελτίωση των παρεχομένων υπηρεσιών (αύξηση της αξίας) σε ατομικό επίπεδο, οι ασφαλιστικοί οργανισμοί αλλά και το δημόσιο αποζημιώνουν τους προμηθευτές είτε με ελλειμματικό κλειστό νοσήλιο στα δημόσια νοσοκομεία, είτε πληρώνοντας διαφορετικές -υψηλότερες αλλά καθορισμένες- τιμές για τις ίδιες υπηρεσίες στον ιδιωτικό τομέα. Ο τρόπος αυτός δεν επιτρέπει πολλά περιθώρια βελτίωσης των υπαρχόντων υπηρεσιών, ούτε ενθαρρύνει την καινοτομία και τις επενδύσεις. Ο ιδιωτικός τομέας δεν ενδιαφέρεται για αύξηση της αξίας αλλά για αύξηση της διαπραγματευτικής του δύναμης.

δ) με λάθος μοντέλο: η αποζημίωση των υπηρεσιών υγείας κατ’ ευθείαν από τα ασφαλιστικά ταμεία ή το δημόσιο δίχως την ενεργητική συμμετοχή του πάσχοντος οδηγεί σε κατασπατάληση των πόρων, παροχή ακριβών μη καταλλήλων υπηρεσιών κι αδιαφορία για το κόστος των υπηρεσιών. Επιπλέον, η παροχή υπηρεσιών υγείας κι από τους ίδιους τους ασφαλιστικούς οργανισμούς παραμορφώνει τον ανταγωνισμό και δεν οδηγεί ούτε σε μείωση του κόστους ούτε σε βελτίωση των υπηρεσιών. Δεν μπορούν τα ασφαλιστικά ταμεία να παρέχουν ταυτόχρονα και υπηρεσίες υγείας. Είναι ασύμβατες δραστηριότητες. Τα ασφαλιστικά ταμεία δεν ανταγωνίζονται για την εγγραφή των μελών τους. Δεν υπάρχει ελεύθερη επιλογή ασφαλιστικού φορέα.

ε) με λανθασμένη πληροφόρηση: η πληροφόρηση είναι αναπόσπαστο στοιχείο του υγιούς ανταγωνισμού. Δεν υπάρχει επίσημο σύστημα πληροφόρησης των ασθενών για τις επιδόσεις των μονάδων υγείας και κατά συνέπεια δεν μπορεί να γίνει ούτε σύγκριση ούτε αξιολόγηση του κινδύνου. Αντίθετα η πληροφόρηση γίνεται με το στόμα και δεν είναι τεκμηριωμένη. Κατά συνέπεια ο χρήστης δεν διευκολύνεται στις επιλογές του.

στ) με δίχως κίνητρα στους αγοραστές των υπηρεσιών υγείας: δεν υπάρχουν κίνητρα στους χρήστες των υπηρεσιών υγείας για την ορθολογική χρήση των υπηρεσιών. Αντίθετα υπάρχουν αντικίνητρα. Επίσης ούτε τα ασφαλιστικά ταμεία έχουν κάποιο κίνητρο να μαθαίνουν στους ασφαλισμένους τους να αναζητούν τις υπηρεσίες υγείας με την καλύτερη αξία, ούτε τα ίδια προσπαθούν να μειώνουν στο ελάχιστο την γραφειοκρατία τους και να διευκολύνουν την ζωή των ασφαλισμένων τους.

ζ) με αντικίνητρα για τους παραγωγούς των υπηρεσιών υγείας: θα έπρεπε να αμείβεται ο παραγωγός υπηρεσιών υγείας που προσφέρει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, και να ενθαρρύνεται ο ανταγωνισμός μεταξύ των προμηθευτών. Υπάρχουν περιπτώσεις που μονάδες υγείας ‘μπαίνουν μέσα’ αν βελτιώσουν την παραγωγικότητα τους! Δεν υπάρχουν κίνητρα για βελτίωση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών, αλλά ούτε κι αρνητικές συνέπειες για χειροτέρευση των υπηρεσιών.

Τι προτείνουμε:

· Αλλαγή του τρόπου χρηματοδότησης των υπηρεσιών υγείας, της αποζημίωσης των μονάδων υγείας και των λειτουργών υγείας. Από την ερώτηση ‘ποιος πληρώνει’ στο ‘ποιος παρέχει την καλύτερη αξία’. Σύνδεση της αμοιβής με το αποτέλεσμα (ποιότητα) κυρίως στις χρόνιες παθήσεις.

· Ο χρήστης των υπηρεσιών υγείας θα έχει ενεργό συμμετοχή στην διαχείριση των οικονομικών πόρων που αφορούν την αποζημίωση των υπηρεσιών υγείας που του παρέχονται. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πληρώνει περισσότερα χρήματα από την τσέπη του.

· Πλήρης ελευθερία επιλογής από τους χρήστες των υπηρεσιών υγείας. Δεν πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί ούτε διαδικασίες προέγκρισης όταν ο χρήστης επιλέγει ιατρό ή νοσηλευτικό ίδρυμα. Δεν είναι δυνατό να υποχρεώνεις ασθενείς να επιλέγουν υπηρεσίες που δεν επιθυμούν.

· Διαφοροποίηση της στρατηγικής των νοσοκομείων: επιδίωξη η λειτουργία μονάδων και παροχή υπηρεσιών που βασίζονται στην γνώση, την εξειδίκευση και στην ποιότητα με στόχο την διάκριση. Όλα τα νοσοκομεία δεν μπορούν να προσφέρουν τα πάντα. Η απόφαση το τι δεν μπορούν να αναπτύξουν τα νοσοκομεία αποτελεί πραγματική επανάσταση.

· Διαφάνεια τιμών. Η διαδικασία καθορισμού της τιμής των υπηρεσιών υγείας θα πρέπει να είναι διαφανής και διαθέσιμη σε όλους. Οι παρέχοντες τις υπηρεσίες υγείας έχουν τις ίδιες τιμές για όλους τους ασθενείς. Διαφορετικοί παραγωγοί υπηρεσιών υγείας μπορούν να έχουν διαφορετικές τιμές με στόχο την ενίσχυση του ανταγωνισμού.

· Δίκτυο πληροφόρησης των ασθενών.

· Αξιοποίηση του ρόλου των εργοδοτών στην προαγωγή υγείας. Οι επιχειρήσεις μπορούν να συνεισφέρουν σημαντικά στην προάσπιση της υγείας των εργαζομένων τους.

I am not going to force patients to choose services they don’t want.

(αν είναι να κλείσουν νοσοκομεία με χαμηλή απόδοση, ας κλείσουν!)

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Σήμερα
Μειονεκτήματα του συστήματος

1. Ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες αδικαιολόγητης αύξησης των δαπανών υγείας. Ο προμηθευτής των υπηρεσιών δεν πληρώνεται από τον αγοραστή αλλά από ένα τρίτο μέρος. Σαν συνέπεια κανένα από τα τρία μέρη δεν έχει άμεσο συμφέρον ή/και ενδιαφέρον να ορθολογικοποιήσει τις δαπάνες.

2. Τεράστιο το διοικητικό κόστος διαχείρισης (είσπραξης των εισφορών πληρωμής των προμηθευτών, ενημέρωσης των αρχείων κλπ).

3. Πηγή διαφθοράς του συστήματος: επιτρέπει την αθέμιτη συναλλαγή μεταξύ του προμηθευτή και του πελάτη.

4. Ενισχύει την γραφειοκρατία και κατά συνέπεια την ταλαιπωρία: κύρια του πελάτη αλλά και του προμηθευτή αρκετές φορές (χαρτιά, βεβαιώσεις, χρόνος έγκρισης δαπανών, χρόνος πληρωμής).

5. Είναι κοινωνικά άδικο: οι εισφορές είναι καθορισμένες σε ποσοστό του μισθού και όχι του εισοδήματος.

6. Είναι κοινωνικά άδικο: ένας εργαζόμενος με ίδιο μισθό πληρώνει διαφορετικές εισφορές αν ανήκει σε διαφορετικά ταμεία.

7. Είναι κοινωνικά άδικο: οι εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών καθορίζονται από πλαφόν και όχι ανάλογα του εισοδήματος τους.

8. Είναι κοινωνικά άδικο: μεγάλες ομάδες του πληθυσμού δεν συνεισφέρουν όπως θα έπρεπε.

9. Είναι κοινωνικά άδικο: κάποιες ομάδες πληθυσμού ‘πληρώνουν’ (ή κι ολόκληρη η κοινωνία μέσω κοινωνικών πόρων) για άλλες ομάδες που αν και έχουν την οικονομική δυνατότητα να συνεισφέρουν για διάφορους λόγους δεν το κάνουν.

10. Είναι κοινωνικά άδικο: ανάγκασε τους ασφαλισμένους να πληρώνουν από την τσέπη τους για υπηρεσίες που υποτίθεται ότι καλύπτει.

11. Είναι κοινωνικά άδικο: τα διαφορετικά ταμεία καλύπτουν διαφορετικού τύπου υπηρεσίες.

12. Δεν αξιοποιεί τους πόρους που διαχειρίζεται.

13. Χρηματοδοτεί με όχι διαφανή κριτήρια την κοινωνική ασφάλιση.

14. Δημιουργεί ελλείμματα στα δημόσια νοσοκομεία γιατί δεν πληρώνει (και ότι αυτό συνεπάγεται).

15. Πληρώνει με διαφορετικά τιμολόγια τον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα – πάντοτε σε βάρος του δημοσίου.

16. Έχει εξωθήσει το σύστημα σε στρεβλή ‘ανάπτυξη’ και σε λάθος ‘κουλτούρα’. Μη αποζημιώνοντας ικανοποιητικά ( με αντικειμενικά κριτήρια) τους προμηθευτές τους οδήγησε σε άλλες κατακριτέες λύσεις.

17. Εξακολουθεί να πληρώνει προμηθευτές και ιδρύματα που προσφέρουν χαμηλού επιπέδου υπηρεσίες δίχως να έχει το σθένος να επιβάλει κυρώσεις.

18. Δεν έχει κατορθώσει να εφαρμόσει στοιχειώδες σύστημα αξιολόγησης των προσφερομένων υπηρεσιών.

19. Για μια μικρή βελτίωση των παρεχομένων υπηρεσιών θα απαιτηθούν δυσανάλογα υψηλοί πόροι.

20. Δεν μπορεί να ‘σηκώσει’ το βάρος της αναγέννησης του συστήματος (από την άποψη της χρηματοδότησης). Οι εισφορές του κλάδου υγείας του ΙΚΑ είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη.

21. Είναι πηγή μη ικανοποίησης των καταναλωτών (ουρές, καθυστερήσεις, χαμηλής ποιότητας υπηρεσίες).

22. Ο μεγάλος αριθμός των ταμείων οδηγεί σε αναποτελεσματικό σύστημα διοίκησης, κατακερματισμό των αποφάσεων και σε πολιτικό παιχνίδι συσχετισμών άσχετο με τα συμφέροντα των καταναλωτών.

23. Η μη παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών προληπτικής ιατρικής και προαγωγής υγείας.

ΤΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ

1. Παρακολούθηση των εξελίξεων της επιστήμης και της τεχνολογίας. Δεν έχει κίνητρο, θεωρεί δε την εφαρμογή καινοτομιών ότι αυξάνει το κόστος, (ενώ κανονικά θα έπρεπε να το μειώνει).

2. Περιορίζει τις επιλογές του χρήστη.

3. Ικανοποίηση των αυξανόμενων αναγκών των πελατών του για την παροχή και χρηματοδότηση νέων υπηρεσιών λόγω της γραφειοκρατίας και της νοοτροπίας που το διακρίνει.

4. Ακριβές ή οριακής χρησιμότητας υπηρεσίες. Στο όνομα ορθολογισμού των δαπανών αρνείται την παροχή υπηρεσιών που δεν πληρούν τα κριτήρια του κόστους – αποτελεσματικότητας. Ακόμη και στην περίπτωση που οι υπηρεσίες αυτές μπορεί να είναι ωφέλιμες αλλά μόνο σε λίγους (οι οποίοι παρεπιπτόντως πληρώνουν κανονικά τις εισφορές).

5. Βελτίωση των υπηρεσιών, αφού η βελτίωση σίγουρα απαιτεί και αύξηση των δαπανών (δεν υπάρχει και το κίνητρο).

6. ‘Εξατομικευμένες’ υπηρεσίες αφού η λογική είναι για ομοιόμορφες μαζικού τύπου υπηρεσίες.

ΤΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ

1. Να θεωρεί τα άτομα που ζητούν υπηρεσίες πελάτες και όχι ασθενείς.

2. Να θεωρεί την αύξηση των δαπανών λόγω των καινοτομιών σαν όφελος που θα οδηγήσει σε αύξηση της εθνικής παραγωγικότητας. Διότι ο στόχος είναι η μείωση των δαπανών.

3. Δεν μπορεί να δει την σχέση μεταξύ κόστος υπηρεσιών υγείας, επίπεδο υγείας και παραγωγικότητα.

4. Δεν μπορεί να αξιολογήσει τις μακροχρόνιες ευεργετικές επιπτώσεις λόγω εφαρμογής καινοτομιών που βοηθούν τους καταναλωτές να μανατζάρουν τις χρόνιες παθήσεις τους, από την αύξηση του κόστους που θα προκαλέσουν αυτές οι καινοτομίες.

5. Στο όνομα μείωσης των δαπανών περιορίζει την πρόσβαση στις υπηρεσίες, αρνείται την παροχή υπηρεσιών υψηλής τεχνολογίας και εξειδικευμένων υπηρεσιών, δεν χρηματοδοτεί προγράμματα προληπτικής ιατρικής και προαγωγής υγείας.Αλλά αυτή η εξοικονόμηση πόρων είναι ψευδαίσθηση. Οι καταναλωτές πληρώνουν για αυτή την εξοικονόμηση από τον ‘ελεύθερό’ τους χρόνο περιμένοντας για την παροχή των υπηρεσιών και τελικά όλοι εμείς πληρώνουμε για αυτούς λόγω των περισσοτέρων ημερών απουσίας τους από την εργασία και την χαμένη παραγωγικότητα.

Αυτό που καλούμε εξοικονόμηση δαπανών υγείας το πληρώνουμε αλλού στην οικονομία.

Αντίθετα οι καταναλωτές που αγοράζουν μόνοι τους τις υπηρεσίες αξιολογούν καλύτερα την αξία της εξειδικευμένης υπηρεσίας, την ευκολία τους στην πρόσβαση και τα προγράμματα πρόληψης, σε σχέση μα τον ελεύθερο χρόνο τους και την παραγωγικότητα.

Comments are closed.


Show Buttons
Hide Buttons