Δέσμη 7 Διαπιστώσεων & 7 Προτάσεων για την Υγεία & τις Υπηρεσίες Υγείας
ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟ ΤΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ (ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ για τον εκσυγχρονισμό στην υγεία)
Η Υγεία είναι θεμελιώδες (κοινωνικό) αγαθό και επένδυση στις σύγχρονες κοινωνίες. Το Κράτος πρέπει να το διασφαλίζει ισότιμα, αποτελεσματικά και ποιοτικά, αντιμετωπίζοντας ζητήματα ανισοτήτων και αποκλεισμού στη διανομή του, με στόχο τη συμβολή του στην κοινωνική ανάπτυξη, την ευημερία και τη συνοχή.
Ο εκσυγχρονισμός και η ορθολογική μεταρρύθμιση του υγειονομικού μας συστήματος θα πρέπει να εγγυάται τα παραπάνω, ενώ αποτελεί στοιχειώδη υποχρέωση της οποιασδήποτε πρωτοβουλίας άσκησης ολοκληρωμένης κοινωνικής πολιτικής, κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης.
Σε όλο σχεδόν τον κόσμο, οι αντίστοιχες μεταρρυθμίσεις στις υπηρεσίες υγείας στοχεύουν στην υποχρέωση του Κράτους να θέσει το πλαίσιο και τους πόρους χρηματοδότησής τους, καθώς και τις προδιαγραφές στην παροχή τους, και όχι να παρεμβαίνει αποκλειστικά στις διαδικασίες οργάνωσης και παραγωγής υπηρεσιών (που ως συνήθως συμβαίνει στη χώρα μας).
Οι παρακάτω (7) διαπιστώσεις μας με αντίστοιχες (7) προτάσεις μας – βασιζόμενες και σε προηγούμενες πρωτοβουλίες μας – αποτελούν «δέσμη ιδεών διαλόγου» και στοχεύουν στην ανάδειξη νέων προτεραιοτήτων που προέκυψαν από τις νέες ανάγκες, την αναγκαιότητα (ουσιαστικού) εκσυγχρονισμού του συστήματος υγείας, και τέλος την ενδυνάμωση και συμμετοχή των πολιτών με στόχο τη διασφάλιση της υγείας τους και την ισότιμη κάλυψη των αναγκών τους σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας.
Α. Βασικές Διαπιστώσεις μας
Α. Βασικές Διαπιστώσεις μας
1. Το σύστημα υγείας της χώρας μας βρίσκεται σε κρίση. Βασικό στοιχείο της κρίσης αυτής είναι η μονότονη και αναποτελεσματική ενασχόληση του Κράτους με τις διαδικασίες οργάνωσης και παραγωγής υπηρεσιών, ιδιαίτερα στο δημόσιο και στα νοσοκομεία (και ελάχιστα στη χρηματοδότηση, στον ιδιωτικό τομέα και στην Εξωνοσοκομειακή Φροντίδα Υγείας). Αυτό προσπάθησαν να αλλάξουν – χωρίς τελικά να το καταφέρουν απόλυτα – οι 2 μεγάλες και ουσιαστικά μοναδικές μέχρι σήμερα μεταρρυθμιστικές προσπάθειες Αυγερινού (1983) και Παπαδόπουλου (2001). Οι πολιτικές 1990-3, εκτός των άλλων, συνέτειναν και στην αντιστροφή της εικόνας των δαπανών (από δημόσιες σε ιδιωτικές), οι προσπάθειες των υπολοίπων ετών της 10ετίας του ’90 μάλλον σταθεροποίησαν τη κατάσταση αυτή, ενώ οι αναχρονιστικές απορυθμίσεις των τελευταίων 3 ετών μας οδηγούν σε κατευθύνσεις που έχουν αποτέλεσμα να οξύνεται η δυσαρέσκεια του Πολίτη από το ΕΣΥ.
2. Αντίθετα με τα ανωτέρω, τα περισσότερα ανεπτυγμένα συστήματα υγείας υπέστησαν μια σειρά αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, κεντρικοί στόχοι των οποίων ήταν αρχικά η κοινωνική δικαιοσύνη και συνοχή, και κατόπιν ο έλεγχος της απόδοσης (και με οικονομικούς κανόνες), της διασφάλισης της ποιότητας και της βελτίωσης της κλινικής αποτελεσματικότητας, σημεία που στην Ελλάδα αποτέλεσαν «άγνωστες περιοχές». Η ανάγκη για μεταρρύθμιση των συστημάτων υγείας σήμερα επιβάλλεται και από την αλλαγή κυρίως σε 3 παράγοντες: α. μεταβολή των κοινωνικών και οικονομικών δεδομένων σε εθνική και διεθνή κλίμακα, β. αλλαγή στις αντιλήψεις και τις προσδοκίες των πολιτών για την υγεία, και τέλος γ. νέα επιστημονικά δεδομένα στο πεδίο της ιατρικής επιστήμης, της τεχνολογίας, αλλά και της επιδημιολογίας – νοσολογίας.
3. Οι συνθήκες απουσίας ή διαστρέβλωσης του διαλόγου και του ανάλογου πολιτικού σχεδιασμού θα πρέπει να ελαχιστοποιηθούν. Προκύπτει η αναγκαιότητα ένταξης του συστήματος υγείας στη γενικότερη κοινωνική πολιτική, με απαραίτητες ελάχιστες συναινέσεις κοινωνικών φορέων στις αντίστοιχες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες. Αυτές θα ξεφεύγουν πια από το «δομικό» και «κατασκευαστικό» τους προσανατολισμό, και θα στραφούν στον Άνθρωπο (1ον πολίτη – ασθενή και 2ον επαγγελματία υγείας) και στο σχεδιασμό προτεραιοτήτων με βάση τις τοπικές ανάγκες. Εκεί δεν θα κυριαρχούν επαγγελματικά και τοπικιστικά συμφέροντα, ή/και μόνον επιχειρηματικά, που αρκετές φορές βλάπτουν παρά ωφελούν την υγεία των Πολιτών.
4. Οι υψηλές δαπάνες υγείας που σχεδόν ανεξέλεγκτα αυξάνουν (πλησίον του 10% του ΑΕΠ), με συνεχώς μειούμενη κρατική («νοσοκομειακή») συμμετοχή (2,7% του ΑΕΠ) και συνεχώς αυξανόμενη ιδιωτική δαπάνη, δεν (μπορεί να) είναι αποτέλεσμα «αριστερών» ή «σοσιαλιστικών» πολιτικών. Οι ιδιωτικές δαπάνες πλησιάζουν το ½ των συνολικών, και με τη φημολογούμενη αναμόρφωση του ΑΕΠ από τη Κυβέρνηση, θα καταστούμε η πρώτη χώρα στο κόσμο σε αυτές (55%+). Ουσιαστική παρέμβαση (αποδοτικότητας) στη χρηματοδότηση δεν έχει καταγραφεί (σε αντίθεση με άλλες αναπτυγμένες χώρες) τη τελευταία 20ετία, ούτε έχουν αξιολογηθεί οι ανισότητες στις σχετικές κατανομές (Αττική, Θεσσαλονίκη και 1-2 άλλες Περιφέρειες με μεγάλα αστικά κέντρα, σε βάρος των υπολοίπων Περιφερειών). Παράλληλα, η ασφαλιστική κάλυψη πρέπει να αποδίδει ανάλογους καρπούς για τον ασφαλιζόμενο, χωρίς να επιβαρύνει υπέρμετρα την επιβίωση του συστήματος.
5. Το σημερινό μοντέλο παροχής των υπηρεσιών υγείας δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις σημερινές και μελλοντικές ανάγκες υγείας και τις προσδοκίες των πολιτών, και αρκετές φορές τους επιβαρύνει αντί να τους ωφελεί. Αυτό συμβαίνει γιατί είναι προσανατολισμένο στη θεραπεία των οξέων παθήσεων και στην αντιμετώπιση των επειγόντων περιστατικών. Ελάχιστα ενδιαφέρεται για την πρόληψη των ασθενειών και των σύγχρονων κινδύνων στην υγεία, που άλλωστε δε χρηματοδοτείται – ως οφείλονταν – από το Κράτος. Η έλλειψη οργανωμένης εξωνοσοκομειακής φροντίδας (συμπεριλαμβανομένων και υποδομών αποκατάστασης και βοήθειας στο σπίτι) στα αστικά κέντρα, καθώς και αντίστοιχης βελτίωσης των δομών στις αγροτικές περιοχές είναι ακόμα ζητούμενο. Προγράμματα σε σημαντικά θέματα δημόσιας υγείας (κάπνισμα, διατροφή, ατυχήματα, πρόληψη νοσημάτων), αλλά και αντίστοιχες δομές για τα χρόνια νοσήματα, σπανίζουν.
6. Δεν υπάρχει ισχυρή διοίκηση στο ΕΣΥ, μιας και δεν καλύφθηκε, όπως θάπρεπε, η έλλειψη σύγχρονου Εθνικού, Περιφερειακού και Τοπικού Management (αν και έγινε προσπάθεια στο επίπεδο των Managers, σχεδόν μόνο στα Νοσοκομεία, χωρίς πάλι να καλυφθεί η σχετική ανάγκη στο κλινικό-νοσηλευτικό & οικονομικό τομέα), και η επέκτασή του στην πρόνοια και τη κοινωνική ασφάλιση. Παράλληλα δεν καρποφόρησε η εφαρμογή προγραμμάτων ή/και δομών ποιότητας και αξιολόγησης όλων των εισροών-εκροών του συστήματος, με ολοκληρωμένη, συστηματική και αποτελεσματική χρήση εργαλείων πληροφορικής.
7. Η ανεξέλεγκτη παραγωγή γιατρών (τώρα πια και άλλων επαγγελματιών υγείας) οδηγεί σε πλημμελή εκπαίδευση, με αποτέλεσμα την επιδείνωση της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας και την αύξηση των δαπανών. Ο πληθωρισμός των γιατρών (αλλά και άλλων επαγγελματιών υγείας) δημιουργεί αύξηση της «προκλητής» ζήτησης, με αποτέλεσμα την αύξηση της παραοικονομίας (20 % δαπανών υγείας και 2 % του Α.Ε.Π.). Επιβάλλεται η άμεση εφαρμογή αξιόπιστων πολιτικών προγραμματισμού και ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού σε όλα τα επαγγέλματα από τα Υπουργεία Παιδείας & Υγείας. Τέλος, υπάρχει εμφανής δυσκολία σχετικής προσαρμογής στα νέα δεδομένα της γνώσης στην έρευνα και την εκπαίδευση (Παν/μια και μονάδες ΕΣΥ), καθώς και στους αντίστοιχους τομείς φαρμακευτικής και βιοϊατρικής τεχνολογίας.
Β. Βασικές Προτάσεις μας
Β. Βασικές Προτάσεις μας
1. Πιστεύουμε ότι, για να βγει το ΕΣΥ από τη κρίση, χρειάζεται επανακαθορισμό ύπαρξης και αποστολής (a new mission statement) για την επόμενη 10ετία, με στόχο να εμπνεύσει το κόσμο εντός (επαγγελματίες) ή εκτός (πολίτες) αυτού. Το Κράτος πρέπει να αλλάξει στρατηγική, με στόχο να ενώσει ή να (συν)στρατεύσει ομάδες με διαφορετικά συμφέροντα στον ίδιο σκοπό και στόχο. Οι θεμελιώδεις αρχές του ΕΣΥ θα πρέπει να εμπλουτιστούν με νέες αξίες, τόσο για τους επαγγελματίες υγείας, όσο κυρίως για τον πολίτη, μερικές από τις οποίες ήδη αναφέρθηκαν. Το όποιο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της Πολιτείας οφείλει να δημιουργεί δομές και πολιτικές που θα απαντούν στις (νέες) ανάγκες των πολιτών, εξασφαλίζοντας στόχους που ενδυναμώνουν το αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης και ικανοποίησης από την ποιότητα των παρεχόμενων φροντίδων. Ο δημόσιος με τον ιδιωτικό τομέα θα συνδέονται με κανόνες, συμπληρώνοντας ο ένας τον άλλον αποτελεσματικά για τον πολίτη. Σε αυτές τις κατευθύνσεις, είναι αναγκαία η εφαρμογή 3 πρώτων (μεταρρυθμιστικών) προϋποθέσεων: Πρώτον, το Κράτος (με τα Ταμεία Κοιν. Ασφάλισης), αντί μόνο της περίθαλψης, οργανώνει κυρίως τη χρηματοδότηση κατά δίκαιο και αποτελεσματικό τρόπο. Αυτό επιτυγχάνεται με διαχωρισμό, αφενός συντάξεων και περίθαλψης, αφετέρου παραγωγής και χρηματοδότησης (υπηρεσιών υγείας), χρησιμοποιώντας σύγχρονα και ολοκληρωμένα συστήματα αποζημίωσης των παραγόμενων υπηρεσιών, με στόχο τα χρήματα να ακολουθούν τους ασθενείς (“the money follows the patients”). Δεύτερον, το Υπουργείο Υγείας επιβάλλει ενιαίες προδιαγραφές ποιότητας σε όλες τις μονάδες υγείας (δημόσιες και ιδιωτικές), ενώ η οργάνωση – διοίκηση του ΕΣΥ αναλαμβάνεται σε Κεντρικό, Περιφερειακό και Τοπικό επίπεδο από επαγγελματίες, κυρίως από το σύστημα υγείας (με κίνητρα και αντικίνητρα), οι δε δημόσιες μονάδες υγείας λειτουργούν με μορφή ανεξάρτητου-ων μη–κερδοσκοπικού-ών (non-profit) φορέα-ων. Τρίτον, επιβάλλεται ο συνεχής κοινωνικός έλεγχος (social accountability) και η δημόσια κοινοποίηση (public disclosure) των οικονομικών και κυρίως των ποιοτικών αποτελεσμάτων της λειτουργίας των υπηρεσιών, παράλληλα με την αναδιοργάνωση των ιατρικών υπηρεσιών, με βάση τα νέα επιστημονικά δεδομένα (νοσολογία) και το κόστος ανά ασθένεια.
2. «Αριστερή» πρόταση είναι – κατά τη γνώμη μας και συμπληρωματικά στο 1 – η αποτελεσματική οργάνωση στο τομέα της χρηματοδότησης, με παράλληλο διαχωρισμό της από την παροχή υπηρεσιών υγείας, που θα λειτουργεί «ελεγχόμενα» (στο δημόσιο), αλλά και «ανταγωνιστικά» (στο ιδιωτικό), με στόχο τον έλεγχο των δαπανών και την αποδοτική περιφερειακή κατανομή τους. Στο τομέα αυτό συνεχίζεται, αλλά ενισχύεται, το «μικτό» μοντέλο της 3μερούς χρηματοδότησης (κράτος, κοιν. ασφάλιση, ιδιώτες) με νέους όμως στόχους: α. την ενδυνάμωση της κοινωνικής ασφάλισης υγείας (με το διαχωρισμό από τις συντάξεις και την παροχή υπηρεσιών), με θεσμοθετημένη τη συμμετοχή, αλλά και την επιλογή (μελλοντικά και σε ασφαλιστικό φορέα), του πολίτη. Δημιουργείται ενιαίος συντονιστικός φορέας χρηματοδότησης κοινωνικής ασφάλισης υγείας (Κράτος και 4-5 μεγάλα ταμεία) ή/και δημιουργούνται-αυτονομούνται τα 4-5 μεγάλα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης υγείας. Φορέας ή/και Ταμεία οργανώνεται-ονται με σύγχρονο και αποτελεσματικό τρόπο, χωρίς να παρέχουν άμεσα υπηρεσίες, αλλά με εργαλείο (διαχειριστικής χρηματοοικονομικής λειτουργίας) τις συμβάσεις (contracting) με τους φορείς παροχών υγείας, και σύστημα «πακέτων υπηρεσιών & τιμών» (π.χ. DRGs), β. επιλεγμένη αύξηση κρατικών δαπανών με την πλήρη ανάληψη δαπανών για την πρόληψη, και προγραμματισμένη ετήσια κάλυψη για επενδύσεις, βασική έρευνα και εκπαίδευση, με συνεχή αξιολόγηση μέσω και των ΠεΣΥΠ (ΔΥΠε), γ. προσπάθεια συγκράτησης των ιδιωτικών δαπανών, μέσω των συμβάσεων, και συστημάτων προδιαγραφών και ποιότητας, των ιδιωτικών μονάδων υγείας.
3. Το νέο («αριστερό») μοντέλο υπηρεσιών υγείας και κοινωνικής πολιτικής θα πρέπει να ικανοποιεί τις σύγχρονες ανάγκες υγείας και κοινωνικής φροντίδας του πληθυσμού. Οι υπηρεσίες υγείας (ιδιαίτερα οι δημόσιες και οι εξωνοσοκομειακές) θα είναι προσανατολισμένες στην ενεργητική πρόληψη των ασθενειών ή άλλων καταστάσεων, στην ενημέρωση και εκπαίδευση των πολιτών, στην αντιμετώπιση των οξέων καταστάσεων και στην αποτελεσματική διαχείριση των χρόνιων παθήσεων. Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση και την εκμετάλλευση της υψηλής τεχνολογίας για την αποτελεσματικότερη και ασφαλέστερη παροχή των υπηρεσιών, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών που βασίζονται στα τελευταία επιτεύγματα της επιστήμης. Εξέχουσα σημασία, επίσης, πρέπει να δοθεί στη στοματική υγεία του πληθυσμού. Πιο αναλυτικά: Α. Η πρόληψη καθίσταται πρώτη προτεραιότητα και εθνική στρατηγική για το ΕΣΥ. Τίθενται εθνικοί στόχοι που αφορούν συγκεκριμένες παθήσεις. Εκπονούνται εθνικά προγράμματα επιδημιολογικών μελετών. Διεξάγονται εκστρατείες ενημέρωσης των πολιτών για ορισμένα νοσήματα και την αποφυγή παραγόντων και τρόπου ζωής που βλάπτουν την υγεία (κάπνισμα, αλκοόλ, παχυσαρκία) ή θα προταθούν συμπεριφορές που την ωφελούν (άσκηση, υγιεινός τρόπος διατροφής). Κάθε πολίτης αποκτά κάρτα πρόληψης, όπου αναγράφονται οι βασικές ετήσιες εξετάσεις, ανάλογα με την ηλικία του και το επίπεδο υγείας του. Στόχος είναι κάθε πολίτης να αποκτήσει ατομικό σχέδιο πρόληψης με χρονοδιαγράμματα και στόχους (ανά Περιφέρεια). Β. Ο (νέος) ρόλος του οικογενειακού γιατρού: Οι πολίτες επιλέγουν τον οικογενειακό γιατρό τους ή τον παιδίατρο τους, από εγκεκριμένη λίστα του ως άνω Φορέα ή/και των Ταμείων. Κύριο καθήκον του οικογενειακού γιατρού είναι η πρόληψη (πλήρης χρηματοδότηση από το Κράτος) και η προστασία και η διατήρηση της υγείας των πολιτών του τομέα ευθύνης του. Ρόλος του οικογενειακού γιατρού είναι να διευκολύνει οργανωμένα τους ασθενείς του να δέχονται υψηλού επιπέδου εξειδικευμένες υπηρεσίες υγείας. Όταν διαγνώσει ότι κάποιος από τους ασθενείς του πάσχει από μία χρόνια πάθηση, τότε τον παραπέμπει στο αντίστοιχο Ειδικό Κέντρο Χρόνιας Πάθησης, με τα οποία συνεργάζεται στενά. Οι οικογενειακοί γιατροί αμείβονται κατά κεφαλή ασφαλισμένου που εγγράφεται στη λίστα τους, ενώ για κάθε υποχρεωτική προληπτική εξέταση που πραγματοποιούν, εισπράττουν ένα ποσό που ρυθμίζεται από το Δημόσιο. Η εξωνοσοκομειακή φροντίδα λειτουργεί «ολοκληρωμένα» (integrated) ως «Ενιαίος Εξωνοσοκομειακός Χώρος» με προγραμματικές συμβάσεις (ασφαλιστικών ταμείων και κράτους, μέσω και του «Φορέα», με τους πιστοποιημένους «προμηθευτές», π.χ. Κ.Υ. αγροτικού ή αστικού ή δημοτικού τύπου, διαγνωστικά κέντρα, ιδιώτες γιατροί, κ.λπ.). Γ. Μονάδες και Κέντρα Χρόνιων Παθήσεων: Για τις πιο σοβαρές και συχνές χρόνιες παθήσεις, ιδρύονται μονάδες και κέντρα που στελεχώνονται από γιατρούς που θεωρούνται ειδικοί για την αντιμετώπιση της συγκεκριμένης πάθησης, αλλά και από γιατρούς άλλων ειδικοτήτων και λοιπούς επιστήμονες υγείας. Οι Μονάδες χρόνιων παθήσεων δημιουργούνται στις δομές του ΕΣΥ κάθε νομού ή/και κάθε πόλης. Τα ειδικά Κέντρα αναφοράς χρόνιων παθήσεων (π.χ. 1 ανά περιφέρεια στις 4-5 μεγάλες χρόνιες παθήσεις) του ΕΣΥ παρακολουθούν και αντιμετωπίζουν όλους τους ασθενείς της περιφέρειας τους, που πάσχουν από την συγκεκριμένη πάθηση. Στα κέντρα αυτά ενσωματώνονται και κοινωνικές υπηρεσίες. Κάθε ασθενής Μονάδας ή Κέντρου αποκτά ειδική προς τούτο ηλεκτρονική ταυτότητα.
4. Στο τομέα της Διοίκησης του ΕΣΥ απαιτείται η δημιουργία ισχυρού κεντρικού φορέα (κατά τα πρότυπα ενός NHS Executive) με στόχο το συντονισμό περιφερειακών, νοσοκομειακών και εξωνοσοκομειακών δομών. Η αποκέντρωση συνεχίζεται με τα ΠεΣΥΠ (ΔΥΠε) να αντιστοιχίζονται στην περιφερειακή οργάνωση της χώρας, διατηρώντας το ρόλο τους στο σχεδιασμό με βάση τις ανάγκες των περιοχών τους, εφαρμόζοντας τα εθνικά προγράμματα (δημόσιας) υγείας, υπογράφοντας ή ελέγχοντας τις συμβάσεις των υπηρεσιών τους με τα ταμεία, συντονίζοντας τις μονάδες ευθύνης τους, αξιολογώντας τις με βάση επιχειρησιακά σχέδια, και ελέγχοντας τις αντίστοιχες ιδιωτικές. Σε αυτό το ρόλο έχουν αρωγό τους διάφορους αντίστοιχους εθνικούς φορείς (ΚΕΕΛ, ΟΚΑΝΑ, ΚΕΔΥ, ΕΟΠ, κ.ο.κ.). Στις μονάδες υγείας (& πρόνοιας) έχει εφαρμογή το σύγχρονο management με κοινωνική «μετρησιμότητα» (accountability). Οργανωμένα προγράμματα ποιότητας, πληροφορικής και αξιολόγησης του προσωπικού θα πρέπει να είναι τα βασικά εργαλεία των Managers και των Δ.Σ., μαζί με σύγχρονα συστήματα οικονομικής διαχείρισης (accounting & logistics). Η δημιουργία Οργανισμού Διασφάλισης Ποιότητας Μονάδων Υγείας & Πρόνοιας (Ο.ΔΙ.Π.Μ.Υ.Π.) κρίνεται απαραίτητη.
5. Τα Νοσοκομεία αποτελούν αυτόνομη-ες επιχειρησιακή-ές οντότητα-ες (π.χ. ΝΠΙΔ ή ΔΕΚΟ), με στόχο την αποκατάσταση της υγείας των ασθενών, την έρευνα και εκπαίδευση. Επιβάλλεται ο επανασχεδιασμός τους (και με ενοποιήσεις) σε επίπεδο περιφέρειας, με κτιριακές και τεχνολογικές προσαρμογές στις νέες συνθήκες (όπου υπάρχει ανάγκη). Σε κάθε Νομό δημιουργείται αυτοδύναμο ΤΕΠ, σε 1 τουλάχιστον Νοσοκομείο, 24ωρης λειτουργίας (στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη περισσότερα). Είναι απαραίτητη η εφαρμογή σύγχρονων συστημάτων ποιότητας και οικονομικής διαχείρισης, με τη βοήθεια και ολοκληρωμένων εργαλείων πληροφορικής. Στόχος είναι η αξιολόγησή τους με βάση κλινικά και διαγνωστικά αποτελέσματα, που δημοσιεύονται, καθώς και η χρηματοδότησή τους με το σύστημα ομοειδών διαγνώσεων (DRGs, κ.λπ.) και στόχο «evidence based hospital care». Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στην ικανοποίηση του πολίτη – ασθενή, στην ενημέρωση και τη συμμετοχή του σε εξατομικευμένη – τεκμηριωμένη θεραπεία.
6. Στην εκπαίδευση και απασχόληση, πρέπει άμεσα να ξεκαθαριστούν:
α) νέα πολιτική παραγωγής, διαχείρισης, δια βίου εκπαίδευσης, αξιολόγησης και ανάπτυξης ανθρωπίνου δυναμικού με καθιέρωση υγειονομικού χάρτη της χώρας και συγκρότηση «Εθνικού Συμβουλίου Προγραμματισμού Ανθρώπινου Δυναμικού Υγείας» που θα εισηγείται στον Υπουργό Υγείας τη γεωγραφική κατανομή κατά ειδικότητα,
β) νέοι όροι εισόδου των νέων γιατρών (και λοιπών επαγγελματιών) στην αγορά εργασίας (άδεια εγκατάστασης κατά υγειονομική περιφέρεια),
γ) σταδιακή κατάργηση της επετηρίδας για έναρξη ειδικότητας και αντικατάσταση με αξιόπιστο-διαφανές-αντικειμενικό σύστημα εξετάσεων (μικρή μεταβατική περίοδος),
δ) νέο μισθολόγιο στο ΕΣΥ, με κίνητρα και αντικίνητρα αξιολόγησης της απόδοσης, και περιορισμό των παρενεργειών της μονιμότητας,
ε) ανάπτυξη νέων ειδικοτήτων Π.Φ.Υ., δημόσιας υγείας, ιατρικής εργασίας,
στ) προσλήψεις και αξιολόγηση ανά φορέα και περιφέρεια, με τον έλεγχο αποτελεσμάτων (και όχι όλης της γραφειοκρατικής διαδικασίας) του ΑΣΕΠ,
στ) Συμβούλια Ηθικής και Δεοντολογίας κατά Υγειονομική Περιφέρεια.
7. Ο εξορθολογισμός του τομέα του φαρμάκου θα γίνει με τη χρήση της οικονομικής αξιολόγησης για τη θεραπευτική (ΕΟΦ) και τη τιμολογιακή (Υπ. Υγείας, αντί Ανάπτυξης) έγκριση, την έρευνα – με την ελεγχόμενη σύνδεση ανωτ. σχολών και πιστοποιημένων προς τούτο μονάδων ΕΣΥ με την εγχώρια βιομηχανία -, την εφαρμογή θετικής λίστας και τη σύνδεση με τις αμοιβές, τον «ενιαίο» μηχανογραφημένο έλεγχο φαρμακείων – μονάδων υγείας, την προμήθεια και τη διαχείριση φαρμάκων – υλικών με βάση «εθνικούς-δημόσιους» διαγωνισμούς και προδιαγραφές, κ.ο.κ. Άλλες προτάσεις περιλαμβάνουν α. «ενιαίους» κανόνες έγκρισης και χρήσης της Βιοϊατρικής Τεχνολογίας (ΒΙ.Τ.), β. τη διάχυση της γνώσης μέσω τηλεϊατρικής διασύνδεσης μικρότερων με μεγαλύτερες μονάδες, και γενικότερα του e-Health, γ. τα ενιαία ερευνητικά πρωτόκολλα και τη θεσμική σύνδεση έρευνας και παραγωγής υπηρεσιών.
Στην πορεια για την αναβαθμιση του ΕΣΥ απο το ΠΑΣΟΚ, πρεπει να αλλάξει και το εργασιακο καθεστώς των καθηγητών της ιατρικης σχολής.Πρέπει να γίνουν αποκλειτικής απασχόλησης.Κλινική,χειρουργείο,διδασκαλία, μεταπτυχιακές ενασχολήσεις,και ουκ ολίγες αλλες πανεπιστημιακές δραστηριοτητες μαζί με το ιδιωτικό ιατρείο να αποροφά μεγάλο μέρος της ζωτηκότητας των καθηγητών είναι αδιανόητα.Στις περισσοτερες χωρες του κόσμου με εθνικα συστήματα υγειας οι κατ εξοχην αποκλειτικής απασχόλησης είναι οι καθηγητές της ιατρικής.Η αποκλειστική τους απασχόληση θα ανεβάσει κατα τεκμήριο και τις παρεχόμενες απο το ΕΣΥ υπηρεσίες.Κε Πρόεδρε έχετε υποχρέωση να το τολμήσετε.Οχι παλι προνομια σε ολιγους
Δρ.Ευθυμιος Καλλης
πρ.Διεθυντής ΕΣΥ