MyStigma

Υγεία: Ένα Ταξίδι στο Χρόνο

time_travel Η αλήθεια είναι ότι αν ο 20ος αιώνας υπήρξε συναρπαστικός σε σχέση με την Υγεία, ο 21ος θα είναι αναμφίβολα ιλιγγιώδης! Οι άνθρωποι επωφελήθηκαν σε εκπληκτικό βαθμό από την εξέλιξη της ιατρικής, αρκεί να θυμηθούμε ότι μέσα σε 50 μόλις χρόνια, το προσδόκιμο επιβίωσης εκτοξεύτηκε από τα 40 στα 80 χρόνια! Η ιατρική και οι συναφείς επιστήμες εξελίσσονται πλέον με βήμα που δύσκολα μπορεί να ακολουθήσει κανείς, ιδιαίτερα αυτοί που αποφασίζουν για την οργάνωση και την παραγωγή υπηρεσιών υγείας. Το αποτέλεσμα αντικατοπτρίζεται στην υστέρησή μας: έχουμε ένα σύστημα υγείας που δεν ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες του πληθυσμού. Είναι ένα σύστημα που βασίζεται σε μια παραδοχή: ότι ο άνθρωπος που θα νοσήσει, θα εισπράξει υπηρεσίες υγείας και (εδώ σταυρώνουμε τα δάχτυλα) θα γίνει καλά. Αλλά αυτή είναι σήμερα μια άκυρη παραδοχή. Για να το ερμηνεύσουμε αυτό είναι αναγκαίο ένα ταξίδι στο χρόνο.

Εκεί πίσω στο 1940. Είτε λίγο πριν τον πόλεμο είτε κατά τη διάρκειά του αλλά και μετά, δύο ήταν οι κύριες αιτίες θανάτου: οι λοιμώξεις και τα τραύματα. Ο 2ος παγκόσμιος πόλεμος λειτούργησε καταλυτικά στην αντιμετώπιση και των δύο. Η ανακάλυψη και η μαζική παραγωγή πενικιλλίνης από τη μια μεριά και η χειρουργική τεχνογνωσία των πολεμικών τραυμάτων από την άλλη, έστρωσαν το χαλί για τα νοσοκομειοκεντρικά συστήματα υγείας. Οι άνθρωποι εισάγονταν στα νοσοκομεία, γίνονταν καλά και επέστρεφαν στις καθημερινότητές τους. Μερικές δεκαετίες αργότερα όμως, οι άνθρωποι, ζώντας περισσότερο, άρχισαν να πέφτουν θύματα χρόνιων και εκφυλιστικών ασθενειών. Όχι απρόσμενα, οι κυριότερες αιτίες θανάτου έγιναν τα χρόνια νοσήματα και οι επιπλοκές τους. Η αρτηριακή υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, η αποφρακτική πνευμονοπάθεια, και κάπως διαφορετική ως περίπτωση, ο καρκίνος. Τα νοσήματα αυτά είναι χρόνια ακριβώς επειδή δεν θεραπεύονται, άρα η νοσηλεία τους στερείται νοήματος (πλην της περίπτωσης αντιμετώπισης επιπλοκών). Τα νοσοκομεία αποδεικνύονται εδώ μάλλον άχρηστα ενώ το κόστος της φαρμακευτικής αντιμετώπισης αυξάνεται εκθετικά και -ειδικά για τον καρκίνο- πέρα από κάθε λογική. Το 2000, τα χρόνια νοσήματα στις ΗΠΑ αντιστοιχούσαν περίπου στο 75% των συνολικών δαπανών υγείας. Το ΑΕΠ αρχίζει να νιώθει το βάρος καθώς χρόνο με το χρόνο, μεγαλύτερο ποσοστό του απαιτείται για την εξυπηρέτηση των αναγκών του τομέα υγείας. Οι ειδικοί συμφωνούν πως μέχρι το 2020 (το 2017 για τη Μ. Βρετανία!), η υγεία θα απαιτεί το 20% του ΑΕΠ. Προφανώς, καμία οικονομία δεν μπορεί να συμβιβαστεί με κάτι τέτοιο, πόσο μάλλον που κανείς δεν εγγυάται ότι το 20% του ΑΕΠ θα είναι …αρκετό! Αυτό αποδεικνύει περίτρανα πως το νοσοκομειοκεντρικό μοντέλο των οξέων και των επειγόντων, δεν είναι σε θέση να απαντήσει στα νέα προβλήματα. Η οργάνωση οφείλει να εστιάσει στα χρόνια νοσήματα και την εξωνοσοκομειακή φροντίδα.

Αλλά ακόμα και αν επιλεγεί η καλύτερη μορφή οργάνωσης και η τελειότερη μορφή παραγωγής υπηρεσιών υγείας προσανατολισμένων στα χρόνια νοσήματα, το κόστος και πάλι δεν αναμένεται να μειωθεί αισθητά. Είναι πλέον απόλυτη ανάγκη να μεταβούμε από τη διαχείριση της ασθένειας, ως τετελεσμένου γεγονότος, στη διαχείριση της υγείας, ως δυναμικού μεγέθους. Μια αντίληψη για την πρόληψη που ασφαλώς δεν είναι νέα, κάθε άλλο, αλλά που σήμερα απολαμβάνει ένα ιδιαίτερα προνομιακό momentum, καθώς συμβαδίζει με τις σύγχρονες οικολογικές προτεραιότητες και επιταγές. Αλλά για να κατανοήσουμε τις σταθερές αυτής της νέας προσέγγισης, είναι απαραίτητο ένα άλλο μικρό ταξίδι στο χρόνο, αυτή τη φορά στο μέλλον.

Στο εγγύς μέλλον, η τεράστια ανάπτυξη της τεχνολογίας των υπολογιστών, μαζί με αυτήν της μοριακής βιολογίας και της γενετικής, υπόσχονται να αλλάξουν εκ βάθρων το τοπίο, δρώντας σε δύο κυρίως άξονες. Αφενός την πρώιμη διάγνωση, που, ειδικά στην περίπτωση του καρκίνου μπορεί να κάνει τη διαφορά αφού σήμερα αυτό που μας λείπει φαίνεται πως είναι η αναγνώριση του σταδίου εκείνου που αν διαβούν οι καρκινικοί πληθυσμοί τότε καθίστανται ανεξέλεγκτοι, και αφετέρου την αναγνώριση των γενετικών προδιαθέσεων για νόσο. Σύντομα οι πολίτες θα γνωρίζουν από αρκετά νωρίς την όποια γενετική τους προδιάθεση για νόσο και θα καλούνται να υιοθετήσουν πολιτικές υγείας ΠΡΙΝ νοσήσουν. Ήδη, ο έλεγχος 600.000 γενετικών δεικτών για περισσότερες από 100 καταστάσεις και παθήσεις, προσφέρεται σε κάθε ενδιαφερόμενο για 399 δολλάρια. Την ίδια στιγμή, μεγάλα προγράμματα πρόληψης και εθνικές δράσεις θα εστιάζουν στις κύριες αιτίες ασθένειας και θανάτου. Έννοιες καινοτόμες για το σήμερα όπως αυτή της βιο-συνδεσιμότητας (bioconnectivity), που ερμηνεύει την αδιάλειπτη καταγραφή παραμέτρων της υγείας μέσω in- και ex-vivo αισθητήρων, θα καταστούν οι ρουτίνες του αύριο. Η πορεία της υγείας του πολίτη θα μπορεί να αναλύεται προοπτικά και να παρακολουθείται σε πραγματικό χρόνο. Η εξέλιξη αυτή θα προσφέρει αναμφίβολα νέα εργαλεία για τη δημιουργία περισσότερης υγείας με λιγότερο κόστος. Αλλά δεν θα έρθει ανέξοδα, ούτε αυτόματα. Πέρα από τα διόλου ασήμαντα οργανωτικά και άλλα προβλήματα επιμελητείας, νέα, προφανή ερωτήματα σχετικά με τη βιοηθική θα εισέλθουν στην καθημερινότητά μας. Ποιός, πότε, πώς και για ποιο σκοπό θα μπορεί να ψαχουλεύει το γενετικό μας προφίλ και πώς θα προασπίσουμε τα ατομικά δικαιώματα των πολιτών; Ποιός θα εξειδικεύσει την αναγκαία αρχή της αναλογικότητας ανάμεσα στην προστασία των έννομων αγαθών και τις ατομικές ελευθερίες; Ή μήπως το μέλλον μας επιφυλάσσει μια επιτηρούμενη υγεία εν μέσω μιας επιτηρούμενης δημοκρατίας; Αλλά ο δρόμος μέχρι αυτό το μέλλον, ενώ φαντάζει χρονικά μικρός, πολιτικά μοιάζει ατέλειωτος!

Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στη στήλη ‘Απόψεις’ του διαδικτυακού περιοδικού για την υγεία ‘HealthView‘ και αναδημοσιεύεται εδώ.

Comments are closed.


Show Buttons
Hide Buttons